Όχι πολύ πρωτότυπη εισαγωγή ένα άρθρο που αφορά τον τουρισμό στην Ελλάδα.
Η Ελλάδα αποτελεί έναν από τους κορυφαίους, εμβληματικούς και αναγνωρίσιμους τουριστικούς προορισμούς με κυρίαρχα ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα, όπως η πλούσια πολιτισμική κληρονομιά, η φυσική ομορφιά και γεωγραφική ποικιλομορφία, η εθνική και τοπική γαστρονομία.
Το τουριστικό προϊόν στήριξε την Ελλάδα στα δύσκολα χρόνια της οικονομικής κρίσης και συνέβαλλε καθοριστικά στην επανεκκίνηση της οικονομίας. Από το 2012 ως το 2019, η τουριστική ζήτηση για την Ελλάδα είχε σταθερά αυξητική πορεία όπως αντανακλάται και στα στοιχεία των διεθνών αφίξεων.
Ειδικά το 2019 καταγράφηκε η καλύτερη επίδοση των τελευταίων ετών με ρεκόρ διεθνών αφίξεων που ξεπέρασαν τα 31 εκατομμύρια επισκεπτών, αλλά και περισσότερα από 18 δισ. ευρώ έσοδα από εισερχόμενους τουρίστες.
Παρά τα εντυπωσιακά στοιχεία, στο τέλος του 2019, παρέμεναν μια σειρά από προκλήσεις για την επόμενη μέρα στην τουριστική ανάπτυξη της χώρας.
Προκλήσεις που αφορούσαν τη διασφάλιση της βιωσιμότητας και της αειφορίας τόσο του προορισμού όσο και των τουριστικών επιχειρήσεων, τη διαχείριση του υπερ-τουρισμού (Overtourism) σε τοπικό επίπεδο, αλλά και τα θέματα των υποδομών που δεν εξελίσσονται με τον απαιτούμενο ρυθμό για την υποστήριξη της δημιουργίας νέων κλινών και της αυξανόμενης ζήτησης.
Ύστερα ήρθε η πανδημία για να ανακόψει την ανοδική και πολλά υποσχόμενη πορεία του τουρισμού, όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά και διεθνώς.
Η υγειονομική κρίση αποτελεί μια πολύ δυνατή υπενθύμιση των τρωτών μας σημείων ως άνθρωποι, κοινωνία και οικονομία. Μια κρίση με σοβαρότατες συνέπειες, καθώς μέχρι τώρα έχει στοιχίσει τη ζωή εκατομμυρίων συνανθρώπων μας παγκοσμίως, την οποία και βιώνουμε μέσα από πρωτόγνωρες καταστάσεις.
Όλα τα παραπάνω έχουν επηρεάσει την παγκόσμια οικονομική και κοινωνική δραστηριότητα με τον τουρισμό να έχει δεχτεί ένα ισχυρότατο πλήγμα, ενώ οι υγειονομικές συνθήκες είναι τόσο ρευστές που προς το παρόν δεν ευνοούν τις εκτιμήσεις για την επόμενη μέρα.
Ταυτόχρονα, οι προκλήσεις παραμένουν. Η υγεία των επισκεπτών και του προσωπικού θα πρέπει να διασφαλιστεί, οι υποδομές να ενισχυθούν και οι συνέργειες μεταξύ δημόσιου και ιδιωτικού τομέα να εδραιωθούν ακόμα περισσότερο.
Την ίδια στιγμή, επιτακτική παραμένει η ανάγκη για τη διαχείριση των προορισμών με όρους βιωσιμότητας και αειφορίας. Ο τουρισμός πλέον καλείται να μελετήσει ουσιαστικά το αποτύπωμά του ενσωματώνοντας παράλληλα δράσεις και πρακτικές που ήδη λαμβάνουν χώρα αλλά σε μεγάλο βαθμό αποσπασματικά και χωρίς κάποια στρατηγική.
Μπορεί η πανδημία να μετατόπισε τις άμεσες προτεραιότητες του τουριστικού τομέα όμως μακροπρόθεσμα οι στόχοι για τη βιώσιμη ανάπτυξη παραμένουν.
Σύμφωνα μάλιστα με πρόσφατες μελέτες και άρθρα, η πανδημία αλλά και η αυξανόμενη περιβαλλοντική ευαισθητοποίηση μεταβάλλουν τη συμπεριφορά των ταξιδιωτών που, ακόμα και αν πληρώσουν ακριβότερα, στρέφονται σε προορισμούς που στηρίζουν την αειφορία.
Έτσι, μέσα από τις προκλήσεις αναδύονται ευκαιρίες για ανάπτυξη και βελτίωση του μοντέλου του τουρισμού με καλύτερη στόχευση στα προϊόντα και τις υπηρεσίες που σχεδιάζουμε, με πυλώνες την κυκλική οικονομία και τον ψηφιακό μετασχηματισμό.
Η εφαρμογή συστημάτων διαχείρισης ποιότητας, ο έλεγχος εφαρμογής ιδιωτικών πρωτοκόλλων, η συστηματική εκπαίδευση και η κανονιστική συμμόρφωση αποτελούν συστηματικά και αειφόρα εργαλεία αλλά ταυτόχρονα και προαπαιτούμενα για την επίτευξη αυτών των στόχων.
MαρίαΛιοντάκη
Product Manager Ηotels & Tourism
Επικεφαλής Επιθεωρήτρια TÜV HELLAS (TÜV NORD)